Το Δημόσιο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων και η Κύπρος

Στη σύγχρονη εποχή, όπου η πληροφορία έχει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι δημόσιες διοικήσεις διεθνώς στρέφουν όλο και περισσότερο την προσοχή τους στη συλλογή πληροφοριών.

Tης Έμιλυς Γιολίτη

Για την αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των δραστηριοτήτων τους, καθώς και για τη συμμόρφωσή τους με τις διάφορες υποχρεώσεις, όπως αυτές απορρέουν από το ευρωπαϊκό πλαίσιο κατά του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. 

Είναι κοινώς αποδεκτό πως οποιεσδήποτε ροές παράνομου χρήματος μπορούν να βλάψουν την ακεραιότητα, τη σταθερότητα και το κύρος του χρηματοπιστωτικού τομέα και να απειλήσουν την εσωτερική αγορά της Ε.Ε. και τη διεθνή ανάπτυξη. Σήμερα στην Κύπρο εφαρμόζουμε την Τέταρτη Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) 2015/849 («Τέταρτη Οδηγία») σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η Τέταρτη Οδηγία προνοεί, μεταξύ άλλων, για Δημόσιο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων νομικών οντοτήτων και καταπιστευμάτων («το Μητρώο») προσβάσιμο σε (i) υπόχρεες οντότητες στα πλαίσια άσκησης δέουσας επιμέλειας (KYC), (ii) αρμόδιες αρχές και μονάδες καταπολέμησης ξεπλύματος βρόμικου χρήματος και (iii) κάθε πρόσωπο που μπορεί να αποδείξει έννομο συμφέρον. 

Η πιο πάνω οδηγία ενσωματώθηκε στην κυπριακή νομοθεσία τον Απρίλιο του 2018. [1] Παρά την πρόσφατη εφαρμογή της οδηγίας, η Ε.Ε. έκρινε ότι είναι αναγκαίο, προκειμένου να συμβαδίσουμε με τις εξελισσόμενες τάσεις, να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την αύξηση της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, τη διαφάνεια των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων, καταπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, με στόχο τη βελτίωση του υφιστάμενου προληπτικού πλαισίου και την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. [2] Σε αυτά τα πλαίσια, υιοθετήθηκε η Πέμπτη Οδηγία (Ε.Ε.) 2018/843 («Πέμπτη Οδηγία») που προβλέπει, μεταξύ άλλων, την «ενίσχυση» του Μητρώου με την αφαίρεση, μεταξύ άλλων, της προϋπόθεσης επίδειξης έννομου συμφέροντος, δίνοντας έτσι πρόσβαση στο γενικό κοινό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ εφαρμόζουμε ακόμα την Τέταρτη Οδηγία εν αναμονή της Πέμπτης, ήδη η Έκτη Οδηγία που διασαφηνίζει την εφαρμογή των προνοιών της Πέμπτης προβλέπει ενσωμάτωση από τα κράτη-μέλη μέχρι τις 3 Δεκεμβρίου 2020. Και αυτό πριν εφαρμοστούν σε όλα τα κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, οι πρόνοιες της Τέταρτης Οδηγίας, που εισήγαγε για πρώτη φορά την έννοια του μητρώου πραγματικών δικαιούχων.

Η λειτουργία του Μητρώου, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Πέμπτης Οδηγίας, θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 2020 για εταιρείες και άλλες νομικές οντότητες και μέχρι τις 10 Μαρτίου 2020 για τα καταπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα. Τα κεντρικά μητρώα θα πρέπει να διασυνδέονται μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Πλατφόρμας έως τις 10 Μαρτίου 2021. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να δημιουργήσουν κεντρικούς αυτόματους μηχανισμούς που θα επιτρέπουν την ταυτοποίηση των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών πληρωμών και θυρίδων ασφαλείας έως τις 10 Σεπτεμβρίου 2020.

Νομικές οντότητες

Αναφορικά με το Μητρώο εταιρειών, η Τέταρτη Οδηγία περιορίζει, σε κάποιο βαθμό, την πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους με την απόδειξη έννομου συμφέροντος για το γενικό κοινό. Με την εισαγωγή της Πέμπτης Οδηγίας, αφαιρείται η προϋπόθεση έννομου συμφέροντος και δίνεται αφιλτράριστη πρόσβαση. Επιπλέον, η Πέμπτη Οδηγία προνοεί ότι τα διάφορα κράτη-μέλη δύνανται, υπό προϋποθέσεις που θα καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο, να προβλέπουν πρόσβαση σε επιπρόσθετες πληροφορίες που επιτρέπουν την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου, για παράδειγμα τη διεύθυνση των δικαιούχων.

Στο Μητρώο θα πρέπει να υποβάλλονται πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους, περιέχοντας το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα, τη χώρα διαμονής και τα δικαιώματα ψήφου τους στο σχετικό νομικό πρόσωπο. 

Καταπιστεύματα και άλλα νομικά μορφώματα με δομή ή λειτουργία παρεμφερή με τα καταπιστεύματα

Σύμφωνα με την Τέταρτη Οδηγία, κεντρικό μητρώο καταπιστευματοδόχων θα πρέπει να τηρείται σε περιπτώσεις όπου σχήμα ρητής καταπιστευματικής διαχείρισης (express trust) διέπεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Επιπλέον, προβλέπεται ότι το μητρώο θα πρέπει να περιλαμβάνει την ταυτότητα του ιδρυτή, του προστάτη, των δικαιούχων ή της κατηγορίας δικαιούχων, καθώς και οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου το οποίο ασκεί έλεγχο επί του καταπιστεύματος. Στο μητρώο αυτό έχουν πρόσβαση οι αρμόδιες αρχές, οι αρχές καταπολέμησης ξεπλύματος βρόμικου χρήματος και άλλες υπόχρεες οντότητες στα πλαίσια της άσκησης της δέουσας επιμέλειάς τους.

Κατ’ επέκταση των πιο πάνω, η Πέμπτη Οδηγία διευρύνει το πεδίο εφαρμογής και προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι το μητρώο καταπιστευμάτων θα είναι προσβάσιμο στο ευρύ κοινό, νοουμένου ότι το άτομο αυτό μπορεί να αποδείξει ότι έχει έννομο συμφέρον. Οι προσβάσιμες πληροφορίες θα συμπεριλαμβάνουν το όνομα, τον μήνα και το έτος γέννησης, τη χώρα διαμονής και την υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει.

Επιπλέον, η Πέμπτη Οδηγία δεν περιορίζεται σε καταπιστεύματα που διέπονται από τη νομοθεσία κράτους-μέλους (στην Ε.Ε. καταπιστεύματα προνοούνται μόνο σε χώρες-μέλη του κοινοδικαίου, άρα περιοριζόταν η εφαρμογή της Τέταρτης Οδηγίας σε Κύπρο, Ηνωμένο Βασίλειο και Μάλτα) αλλά και σε καταπιστεύματα που τυγχάνουν διαχείρισης από κράτος-μέλος (εκτείνοντας την εφαρμογή σε όλη την Ε.Ε.) ή που συναλλάσσονται με κράτος-μέλος ή που αποκτούν εκεί ακίνητη περιουσία. 

Μητρώο πραγματικών δικαιούχων και προσωπικά δεδομένα

Η θέσπιση δημόσιων μητρώων στην ουσία πραγματεύεται και αντισταθμίζει τη σημαντικότητα δύο βασικών αρχών, της διαφάνειας και της ιδιωτικότητας, με τους υπέρμαχους της απόλυτης διαφάνειας να διασταυρώνουν τα ξίφη τους με όσους υπερασπίζονται το δικαίωμα της ιδιωτικότητας.

Και ενώ αμφότερες οι έννοιες της «διαφάνειας» και της «ιδιωτικότητας» αγγίζουν τα θεμέλια των αρχών της δημοκρατίας όπως την γνωρίζουμε, υπάρχει εκ πρώτης όψεως ασυμβίβαστο μεταξύ της πλήρους διαφάνειας που πρεσβεύει η Πέμπτη Οδηγία και του δικαιώματος της ιδιωτικότητας το οποίο προστατεύει ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων 2016/679/ΕΕ («ΓΚΠΔ») που τέθηκε σε εφαρμογή στις 25 Μαΐου 2018.

Ο όρος «ιδιωτικότητα», αντί «ιδιωτική ζωή», αποδίδει στα ελληνικά τον αγγλοαμερικανικό όρο «privacy», που, πέρα από την ιδιωτική ζωή του καθενός, περιλαμβάνει επιπλέον την ελευθερία να προβαίνουμε ανεμπόδιστα σε θεμελιώδεις επιλογές ζωής και διασφαλίζει το δικαίωμα του καθενός να αλλάζει ζωή και επιλογές, χωρίς περιττά εμπόδια και κόστη. Ως εκ τούτου, η αποθήκευση και μετάδοση πληροφοριών παίζουν και αυτά σημαντικό ρόλο στην προστασία της ιδιωτικής μας ζωής. Στην ευρωπαϊκή νομολογία η εξισορρόπηση αυτών των επίδικων αρχών είναι δύσκολο εγχείρημα και διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από χώρα σε χώρα. 

Η Πέμπτη Οδηγία επικαλείται την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την παρεμπόδιση της φοροδιαφυγής. Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και το οργανωμένο έγκλημα παραμένουν σημαντικά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν στο επίπεδο της Ε.Ε. Η πρόσβαση όμως σε πλήρη πληροφόρηση, όταν αυτή δεν φιλτράρεται, μπορεί να έχει άκρως αντίθετα αποτελέσματα και να εκθέσει τον πραγματικό δικαιούχο σε αθέμιτες και επικίνδυνες καταστάσεις, όπως είναι ο εκβιασμός, ο εκφοβισμός, η βία, η απαγωγή και η υποκλοπή ταυτότητας.
Ως εκ τούτου, στην Πέμπτη Οδηγία προβλέπεται ότι τα κράτη-μέλη δύναται να καθορίσουν στο εθνικό τους δίκαιο τις περιπτώσεις στις οποίες θα απαγορεύεται η πρόσβαση στο μητρώο, όπως όταν για παράδειγμα ο πραγματικός δικαιούχος θα εκτεθεί σε δυσανάλογο κίνδυνο ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή άλλως νομικά ανίκανος. Αυτό όμως πώς θα επιτυγχάνεται στην πράξη και ποιους μηχανισμούς θα χρησιμοποιεί το κάθε κράτος για να αξιολογεί αν η γενική πρόσβαση θα πρέπει σε συγκεκριμένη περίπτωση να περιοριστεί; 

Πρόσβαση και προσωπικά δεδομένα

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η δράση της Ε.Ε. δεν πρέπει να υπερβαίνει τα απόλυτα αναγκαία όρια για την επίτευξη του επιδιωκόμενού της στόχου. Πώς όμως συμμορφώνεται η νομοθεσία για δημόσια μητρώα, τα οποία θα είναι ανοικτά πια στο ευρύτερο κοινό, με τη βασική καθοδηγητική αρχή της αναλογικότητας; Είναι γεγονός ότι η ανοικτή πρόσβαση στο μητρώο δεν εγγυάται πως οι κατάλληλοι άνθρωποι και οι αρμόδιες μόνο υπηρεσίες θα βρουν και θα επεξεργαστούν ορθά την πληροφόρηση για το δημόσιο συμφέρον. Επιπρόσθετα, δεν εγγυάται την προστασία των υποκείμενων των πληροφοριών, των οποίων οι πληροφορίες δυνατόν να τύχουν κατάχρησης.

Ο όρος «έννομο συμφέρον», όπως αυτό αναφέρεται στις σχετικές ευρωπαϊκές οδηγίες, δεν έχει διευκρινιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ούτε στην Τέταρτη αλλά ούτε και στην Πέμπτη Οδηγία. Συνεπώς, είναι φανερό ότι αυτή η σημαντική οριοθέτηση για το ποιος επιτρέπεται να έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα θα διαφέρει από το ένα κράτος-μέλος στο άλλο. Πιθανές δυσκολίες στην ερμηνεία μπορεί να παρουσιάσει και το γεγονός ότι ο όρος «έννομο συμφέρον» χρησιμοποιείται και στον ΓΚΠΔ, όπου ο όρος αυτός δίνει περισσότερη βαρύτητα στην ιδιωτικότητα παρά στη διαφάνεια. Οι προφανείς διαφορές ενδυναμώνουν την ιστορική αντιπαλότητα ανάμεσα στην ιδιωτικότητα και τη διαφάνεια.

Στο προοίμιο της Πέμπτης Οδηγίας γίνεται εκτενής αναφορά στο γεγονός ότι πρέπει να αναζητείται μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ αφενός του γενικού δημόσιου συμφέροντος για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και αφετέρου των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. Οι πρόνοιες όμως που ακολουθούν δεν τηρούν την καθοδηγητική αυτή αρχή. 

Εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου στην Κύπρο

Στην Κύπρο υπάρχει νομοσχέδιο που φέρει τον τίτλο «ο Περί Εταιρειών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2019», το οποίο θα κατατεθεί στη Βουλή για ψήφιση. Κατά την ημερομηνία σύνταξης αυτού του άρθρου, διάφορα σχόλια συλλέγονταν από τις εποπτικές αρχές καθώς και από τις εποπτευόμενες οντότητες, ενώ το περιεχόμενο του νομοσχεδίου δεν είχε ακόμα αποφασιστεί. Επιπλέον, τροποποιήσεις θα πρέπει να εφαρμοστούν και σε άλλες νομοθεσίες, όπως για παράδειγμα στον «Περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο» αλλά και άλλες.

Από το νομοσχέδιο προκύπτει ότι το Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη θα είναι η αρμόδια αρχή η οποία θα είναι υπεύθυνη για την τήρηση του Αρχείου Πραγματικών Δικαιούχων Εταιρειών. Όσον αφορά το κεντρικό μητρώο καταπιστευματοδόχων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου θα έχει την ευθύνη να τηρεί το σχετικό αρχείο, μετά από πληροφορίες που θα παρέχονται σε αυτήν από τις άλλες εποπτικές αρχές οι οποίες τηρούν τα μητρώα καταπιστευμάτων.

Αναμένεται επίσης η συγγραφή κανονισμών για τη λειτουργία των σχετικών αρχείων, καθώς και για τη διαδικασία υποβολής ενστάσεων για τη δημοσιοποίηση στοιχείων.

Ειδικά σε μια χώρα όπως είναι η Κύπρος, που αποτελεί κέντρο διεθνών επιχειρήσεων και όπου τα καταπιστεύματα έχουν θέση στο δίκαιό μας από το 1955, πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά όχι μόνο η σωστή ενσωμάτωση των οδηγιών αλλά και ο σωστός χειρισμός των γκρίζων ζωνών που προκύπτουν και που δεν καλύπτονται επαρκώς από την οδηγία, όπως είναι, μεταξύ πολλών άλλων, οι περιπτώσεις όπου καταπίστευμα, είτε κυπριακό είτε ξένο, είναι μέτοχος εταιρείας, όπου ξένο μόρφωμα εκτός Ε.Ε. «συναλλάσσεται» ή αποκτά ακίνητη περιουσία στην Κύπρο και όπου δικαιούχος αιτείται εύλογης προστασίας από την πλήρη αποκάλυψη.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΟ ECONOMY TODAY

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ