Η επόμενη μέρα: Οικονομία

Οι μέρες που ζούμε είναι πρωτοφανείς, με τον ιό να είναι ένας αόρατος εχθρός.

Του Κυριάκου Ε. Γεωργίου*

Με την Κυπριακή Δημοκρατία είμαστε συνομήλικοι και έχουμε μοιραστεί πολλές κρίσεις και συμφορές, όπως (α) την Τουρκανταρσία 1963-1964 και τον φόβο της τουρκικής εισβολής, η οποία τελικά δεν αποφεύχθηκε το τραγικό καλοκαίρι του 1974, (β) τον εθνικό διχασμό (με την έντονη συμμετοχή του Εθνικού Κέντρου) μέχρι και το 1974, (γ) την κρίση του Χρηματιστηρίου με την αυγή του 21ου αιώνα, (δ) τις Ειδούς του Μαρτίου το 2013 και (ε) τώρα την παγκόσμια πανδημία του COVID-19. Σε κάθε περίπτωση, η χώρα επιβίωνε και συνέχιζε την πορεία της πιο σοφή και πιο έμπειρη. 

Οι μέρες που ζούμε είναι πρωτοφανείς, με τον ιό να είναι ένας αόρατος εχθρός, και έχουν ενίοτε τραγικό αποτέλεσμα στους πιο αδύνατους εξ ημών. Θύματα της πανδημίας είναι επίσης η κοινωνία και η οικονομία και γνωρίζουμε ότι βαδίζουμε προς μια βαθιά μεν αλλά πρόσκαιρη, ελπίζουμε, ύφεση σε σχήμα V. Το ζητούμενο είναι η ταχεία ανάκαμψη, με άρση των περιοριστικών μέτρων με ορίζοντα το τέλος Μαΐου. Τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση και άλλες «νούσιμες» κυβερνήσεις παγκόσμια για την προστασία του πληθυσμού και τη στήριξη της οικονομίας και του συστήματος υγείας είναι προς την ορθή κατεύθυνση και θα πρέπει να τα τηρήσουμε με θρησκευτική ευλάβεια. 

Στην οικονομία η κυβέρνηση έχει προσπαθήσει να διασφαλίσει ρευστότητα, χαμηλότοκο δανεισμό, αναστολή δόσεων και τόκων μέχρι το τέλος του έτους και θέσεις εργασίας ώστε να μην υπάρξει πλήρης καταστροφή της αγοράς και η ανάκαμψη να είναι ευκολότερη. Βεβαίως, η επεκτατική αυτή δημοσιονομική πολιτική θα αυξήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα, λόγω μείωσης και των εσόδων από φόρους, και θα αυξήσει το δημόσιο χρέος, αλλά αυτά είναι δευτερευούσης σημασίας. Δεν θα δημιουργήσουν ανυπέρβλητα προβλήματα και δεν θα αξιολογηθούν πολύ αρνητικά από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. 

Η οικονομία χρειάζεται μια διαχρονικά ορθολογιστική οικονομική πολιτική, η οποία να την καθοδηγεί να κινείται μέσα σε λελογισμένα πλαίσια, να είναι συνεπής με το πλαίσιο που καθορίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να ακολουθεί το υπόδειγμα του Ιωσήφ του Παγκάλου «τῶν ἑπτὰ παχέων καὶ τῶν ἑπτὰ ἰσχνῶν ἀγελάδων» ή την αντικυκλική πολιτική που εισηγήθηκε ο γνωστός οικονομολόγος John Maynard Keynes. Είναι σημαντικό σε περιόδους ευμάρειας το κράτος να συσσωρεύει δημοσιονομικά πλεονάσματα, τα οποία σε περιόδους ύφεσης μπορούν να αξιοποιηθούν για βιώσιμες επενδύσεις και κοινωνική πολιτική στήριξης των αδυνάτων. Μια τέτοια αντικυκλική πολιτική έχει επίσης το πλεονέκτημα ότι περιορίζει τον πληθωρισμό και την υπερανάπτυξη, η οποία ενίοτε οδηγεί σε υπερβολικές και χωρίς σταθερό υπόβαθρο αυξήσεις των χρηματιστηριακών αξιών, της γης και των ακινήτων. 

Οι κακοί χειρισμοί εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου και το έλλειμμα αλληλεγγύης των Ευρωπαίων εταίρων σε διάφορα θέματα, όπως το μεταναστευτικό και η αντιμετώπιση του COVID-19, πρέπει να ωθήσει την κυβέρνηση σε δύο παράλληλους στόχους, αφενός στην ενδυνάμωση της χώρας ώστε να μπορεί να στέκεται από μόνη της στα πόδια της και αφετέρου στη δημιουργία των συνεργασιών εκείνων, στα πλαίσια της Ένωσης, οι οποίες θα την βοηθήσουν να προωθήσει θέματα κοινού ενδιαφέροντος/συμφέροντος. 

Για παράδειγμα, η εκ των υστέρων συμπερίληψη της Κύπρου στο αίτημα άλλων εννέα κρατών για την έκδοση ευρωομολόγου για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Ο σκληρός πυρήνας των χωρών-μελών συμμάχων της Γερμανίας αντιδρά, αλλά φαίνεται ότι η Επιτροπή έχει διαφορετική γνώμη. Οι συνέπειες των κακών χειρισμών την προηγούμενη περίοδο, η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά και ο σημαντικός ρόλος του δημόσιου τομέα στη διαχείριση της πανδημίας, ίσως επαναπροσδιορίσουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που πρυτάνευαν την προηγούμενη περίοδο και οδηγήσουν σε πιο κοινωνικά αποδεκτές πολιτικές, τις οποίες πρεσβεύουν η χριστιανοδημοκρατία και η σοσιαλδημοκρατία. Άλλωστε, αυτοί οι ιδεολογικοί χώροι εκατέρωθεν του Κέντρου εκφράζουν τη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών. 

Ο πόλεμος ενάντια στην πανδημία διεξάγεται από το Δημόσιο και κυρίως από τον δημόσιο τομέα υγείας στα κρατικά νοσηλευτήρια και από τους λειτουργούς υγείας που τα υπηρετούν και στους οποίους οφείλουμε συγχαρητήρια και ευγνωμοσύνη. Η εξέλιξη αυτή έρχεται να ενδυναμώσει την ανάγκη για στήριξη του δημόσιου τομέα και επαναπροσδιορισμό της σχέσης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική πολιτική, η εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια και οι υπηρεσίες δημόσιας ωφέλειας θα πρέπει κατά βάση να παραμείνουν στο Δημόσιο, ενώ παράλληλα να ενθαρρύνεται και ο επικουρικός ρόλος του ιδιωτικού τομέα. 

Η κρίση θα παρέλθει και αυτό που θα πρέπει να μας απασχολήσει είναι η επόμενη μέρα και πώς θα βγούμε από την κρίση δυνατότεροι και σοφότεροι. Δεν αξιοποιήσαμε τη χρηματοπιστωτική κρίση για να προβούμε στις δομικές αλλαγές που είχε ανάγκη η οικονομία και επανήλθαμε στα ίδια – τουρισμός, κατασκευές, υπηρεσίες και ναυτιλία. Τομείς βεβαίως σημαντικοί αλλά ευαίσθητοι στις αναταράξεις και –το σημαντικότερο– εκτός του πλαισίου μιας βιώσιμης ανάπτυξης.

Θα πρέπει να μελετήσουμε εξαρχής τον ρόλο του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα και πώς θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε την έρευνα και την τεχνολογία για να δώσουμε ώθηση σε μια πιο ισορροπημένη και βιώσιμη οικονομία. Να μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα. Θα πρέπει να αναδιατάξουμε την κοινωνία και την οικονομία ώστε να μπορεί καλύτερα να αντεπεξέλθει στα νέα δεδομένα. Επέστη ο χρόνος για μια αλλαγή υποδείγματος. Αυτά τα θέματα θα αποτελέσουν τα θέματα του επόμενου άρθρου. 

Υ.Γ.: Είναι νομίζω ευρύτερα αποδεκτό ότι αρκετά από τα πρόσωπα τα οποία επέλεξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για να υπηρετήσουν την πολιτεία από σημαντικά αξιώματα δεν έχουν αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, δεν έχουν δικαιώσει τον Πρόεδρο και δεν έχουν υπηρετήσει τον λαό ως όφειλαν. Σ’ αυτή την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται τα άτομα τα οποία επελέγησαν για να υπηρετήσουν το κρισιμότερο Υπουργείο, αυτό των Οικονομικών. 

Μεταξύ των έμπειρων τραπεζιτών και των ανθρώπων της οικονομικής ζωής εξακολουθεί να σχολιάζεται ότι ο καλύτερος Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας παραμένει ο δρ Χριστόδουλος Χριστοδούλου, παρ’ όλες τις περιπέτειες που αντιμετωπίζει. Ο κ. Κωνσταντίνος Ηροδότου είναι καλός γνώστης των οικονομικών και της τραπεζικής αλλά υστερεί στη γνώση του τόπου και στη διοίκηση ενός μεγάλου οργανισμού. Για το καλό όλων μας, ευχόμαστε να μπορέσει να ξεπεράσει αυτές τις αδυναμίες. Βεβαίως, πρέπει να λεχθεί ότι πρόσφατα έχει δώσει δείγματα αποφασιστικότητας στην αντιμετώπιση της πανδημίας και στην καθοδήγηση των τραπεζών.

*Ο Κυριάκος Ε. Γεωργίου είναι Εργάτης Γνώσης

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ