Το κυπριακό επενδυτικό πρόγραμμα δεν αποτελείται μόνο από προβληματικές περιπτώσεις

Η συζήτηση χρειάζεται να τοποθετηθεί σε μια πιο ορθολογική βάση και να είναι στραμμένη στην επόμενη μέρα.

Του Γιώργου Λουκά*

Τους τελευταίους μήνες εξελίσσεται μια ατέρμονη συζήτηση γύρω από τις προβληματικές περιπτώσεις πολιτογραφήσεων που παραχωρήθηκαν στο πλαίσιο του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος. Η συζήτηση καταπιάνεται με το παρελθόν και κυρίως αφορά τις αδυναμίες και τις ελλείψεις που παρουσίασε το πρόγραμμα κατά τη διαδικασία εξέτασης των αιτήσεων που κατατέθηκαν πριν το τέλος του 2018, αγνοώντας αρκετές φορές το ρόλο του προγράμματος στην ανάκαμψη και στην ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας.

Για να είμαι ξεκάθαρος και για να μην μένουν περιθώρια παρερμηνειών, από τη μια, η συμβολή του προγράμματος στην κυπριακή οικονομία είναι σημαντική, ωστόσο δεν πρέπει να αποτελέσει το βωμό για τη θυσία των αρχών της διαφάνειας. Από την άλλη, οι έντονες αντιπαραθέσεις και ο υπέρμετρος ζήλος, δεν πρέπει να αποτελέσουν το βωμό για τον τερματισμό ενός προγράμματος που η κυπριακή οικονομία έχει ανάγκη.

Η συζήτηση χρειάζεται να τοποθετηθεί σε μια πιο ορθολογική βάση και να είναι στραμμένη στην επόμενη μέρα. Σε αυτό το πλαίσιο, τρία ζητήματα ουσίας πρέπει να μας απασχολήσουν. Πρώτον, κατά πόσο οι αλλαγές που έχουν επέλθει τα τελευταία δύο χρόνια στα κριτήρια και στις διαδικασίες ελέγχου είναι ικανά να αναχαιτίσουν τις αδυναμίες και τις ελλείψεις του παρελθόντος. Δεύτερον, πως διορθώνεται το πρόβλημα με τις προβληματικές περιπτώσεις. Τρίτον, πως διασφαλίζουμε την ουσιαστική συνέχιση του προγράμματος μέσα από το ενισχυμένο πλέον νομοθετικό πλαίσιο.

Παραδόξως, αν και οι αδυναμίες και οι ελλείψεις του προγράμματος μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσα από το νέο νομοθετικό πλαίσιο, αν και το υπουργικό συμβούλιο έχει πλέον τη δυνατότητα να ανακαλέσει τις πολιτογραφήσεις που αφορούν τις προβληματικές περιπτώσεις, επιλέγουμε να αγνοούμε αυτές τις εξελίξεις και με την ένταση με την οποία τοποθετούμαστε, ξύνουμε πληγές και τραυματίζουμε το πρόγραμμα και κατ’ επέκταση την οικονομία του τόπου μας.

Κάνεις δεν ισχυρίζεται ότι δεν έχουν γίνει λάθη στο παρελθόν. Ακόμη και η κυβέρνηση το αναγνωρίζει. Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι πρέπει να αποσιωπήσουμε το πρόβλημα. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η συζήτηση πρέπει να γίνεται με υψηλούς τόνους, με αντιπαραθέσεις και με εντυπωσιασμούς γιατί κάτι τέτοιο δεν προσδίδει καμιά αξία στη συζήτηση και γιατί κάτι τέτοιο πλήττει το ίδιο το πρόγραμμα και το αποδυναμώνει. Με τέτοια στάση και με τέτοια συμπεριφορά, δεν συμβάλουμε στην διεξαγωγή ενός σωστού διαλόγου ούτε και προσφέρουμε καλές υπηρεσίες στον τόπο μας.

Άλλωστε, το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα δεν αποτελείται μόνο από προβληματικές περιπτώσεις. Με τον τρόπο που τοποθετούμαστε, τσουβαλιάζουμε στο καλάθι με τη συντριπτική μειοψηφία των προβληματικών περιπτώσεων, ένα τεράστιο αριθμό σοβαρών επενδυτών και επιτυχημένων επιχειρηματιών και με τεράστια ευκολία θίγουμε υπολήψεις και σπιλώνομαι προσωπικότητες ενώ ενταφιάζουμε την όποια προοπτική δημιουργείται για την κυπριακή οικονομία.

Το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα είναι απαραίτητο για την κυπριακή οικονομία, ιδιαίτερα τώρα που οι επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού αναμένεται να γίνουν πιο αισθητές. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον ότι θα το αντιληφθούμε έγκαιρα και ας συμπεριφερθούμε πιο υπεύθυνα, πιο ορθολογικά και πιο ισορροπημένα χωρίς αυτό να σημαίνει πως πρέπει να κλείνουμε τα μάτια στη διαφάνεια.

*Νομικός

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ