Του Ανδρέα Φ. Μάτσα*
Ο διάλογος που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Εργατικό Συμβουλευτικό Σώμα, σε ό,τι αφορά τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, θα πρέπει να δημιουργεί τις ικανές και αναγκαίες συνθήκες για ένα πιο επαρκές και κοινωνικά δίκαιο συνταξιοδοτικό ωφέλημα, λαμβάνοντας μια πιο πρακτική και συγκεκριμένη προσέγγιση και διάσταση.
Η ΣΕΚ θεωρεί πως επιπρόσθετη βασική συνιστώσα και προϋπόθεση σ’ αυτή την προσπάθεια θα πρέπει να είναι η διασφάλιση της Βιωσιμότητας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, έτσι ώστε να μη μετακυλείται το βάρος στις επόμενες γενιές.
Πέρα από τις ενδείξεις που θα κατατεθούν μέσα από τη μελέτη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ- ILO), η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι σημαντικό να αξιολογηθούν συνταξιοδοτικά συστήματα στην υπόλοιπη Ε.Ε, υιοθετώντας στοιχεία που μπορούν να ενισχύσουν το κυπριακό σύστημα.
Προς αυτή την κατεύθυνση, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τρεις βασικές προϋποθέσεις που αφορούν την επάρκεια σε σχέση με το ποσό και κάτω από ποιες προϋποθέσεις καταβάλλονται τα δικαιώματα προς τους ασφαλισμένους, τη Βιωσιμότητα στον χρόνο, όπως και την ακεραιότητα σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες χρηματοδότησης υπό το πρίσμα των δημογραφικών εξελίξεων.
Σύμφωνα με τον δείκτη Melbourne Mercer Global Pension, αναδεικνύονται ως πρότυπα μοντέλα στην Ευρώπη, αυτά της Ολλανδίας και της Δανίας, συνδυάζοντας τη δημόσια σύνταξη γήρατος με ένα συνταξιοδοτικό ωφέλημα που προκύπτει μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις σε επιχειρησιακό επίπεδο και το οποίο παραπέμπει ως αντιστοιχία, στον θεσμό των Ταμείων Προνοίας ο οποίος αποτελεί Δεύτερο Πυλώνα συνταξιοδοτικών παροχών.
Αναντίλεκτα, μια ανάλογη επιλογή μπορεί να διασυνδεθεί και με την πολιτική της επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων για κάλυψη του συνόλου των εργαζομένων. Η αξιοποίηση του Άρθρου 4.2 της Οδηγίας για τον Ευρωπαϊκό Κατώτατο Μισθό και ο καθορισμός από τους κοινωνικούς εταίρους, στρατηγικής διεύρυνσης των συλλογικών συμβάσεων, μπορεί να λειτουργήσει υποβοηθητικά και προς αυτή την κατεύθυνση. Παράλληλα, σημαντικός είναι και ο θεσμός του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος για στοχευμένη στήριξη και ενίσχυση των φτωχών νοικοκυριών.
Την ίδια στιγμή όμως, είναι απαραίτητο να τεθούν και οι αναγκαίες ασφαλιστικές δικλείδες, έτσι ώστε να αποφευχθούν κίνδυνοι και προβλήματα που παραπέμπουν στην πιθανότητα μείωσης συνταξιοδοτικών ωφελημάτων. Ανάλογος κίνδυνος μιας τέτοιας μείωσης αντιμετωπίστηκε πρόσφατα στην Ολλανδία, λόγω της επενδυτικής πολιτικής σε σχέση με τη μείωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, όπως επίσης και των χαμηλών επιτοκίων, αλλά και των δημογραφικών αλλαγών στη βάση της γήρανσης του πληθυσμού, εξελίξεις που δημιουργούν ελλείμματα στο σύστημα και αδυναμία αποπληρωμής των υποχρεώσεών του κατά τα επόμενα χρόνια. Η συγκεκριμένη αναφορά παραπέμπει στην ανάγκη προώθησης καλύτερης επιτοκιακής και επενδυτικής πολιτικής, έτσι ώστε να διασφαλίζονται με επάρκεια τα συμφέροντα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των δικαιούχων.
Η Βιωσιμότητα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων
Η θετική διάσταση ως βασικό σημείο αναφοράς για τα κυπριακά δεδομένα, είναι το γεγονός πως, με βάση την πιο πρόσφατη αναλογιστική μελέτη, η Βιωσιμότητα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων είναι διασφαλισμένη μέχρι και το 2080, ενώ σημειώνεται ταυτόχρονα και το γεγονός ότι, δεν διαφαίνεται διαφοροποίηση του προσδόκιμου ζωής στην Κύπρο, τουλάχιστον στο άμεσα προβλεπτό μέλλον και ως εκ τούτου δεν αναμένεται να προκύψει οποιαδήποτε συζήτηση που να παραπέμπει, είτε στην πρόσθετη αύξηση των συνεισφορών των μισθωτών εργαζομένων, είτε στην ανάγκη επέκτασης της ηλικίας συνταξιοδότησης.
Παρά ταύτα και αναπόφευκτα όμως, ο διάλογος θα πρέπει να έχει σαφή ορίζοντα κατάληξης και να λαμβάνει υπόψη τη γήρανση του πληθυσμού και τη μείωση των συνεισφορέων σε συνάρτηση με την αύξηση των δικαιούχων, δεδομένο που επιβάλλει την τροποποίηση και τον εκσυγχρονισμό του Νόμου περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Επιπρόσθετα, βασική παράμετρος στη μεταρρυθμιστική διαδικασία θα πρέπει να λάβει η ενίσχυση, η επέκταση και η εδραίωση του θεσμού των Ταμείων Προνοίας ως βασικός συμβατικός άξονας που παραπέμπει στον Δεύτερο Πυλώνα συνταξιοδοτικών παροχών, δίνοντας τη δυνατότητα περαιτέρω βελτίωσης των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων και περιορίζοντας τις συνταξιοδοτικές ανομοιομορφίες και ανισότητες.
Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι εξίσου σημαντική η αποτροπή της υποδηλωμένης συνεισφοράς προς τον Φόρο Εισοδήματος και ανάλογα προς το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, θέτοντας κατώτατα όρια συνεισφορών και αντίστοιχα κατώτατα συνταξιοδοτικά επίπεδα, τα οποία θα διασφαλίζουν πως οι συνεισφορές θα κατοχυρώνουν ωφελήματα που θα βρίσκονται πάνω από το όριο της φτώχειας. Παράλληλα, επιβάλλεται να είναι σαφής η οριζόντια κατώτατη συνταξιοδοτική απόδοση, έτσι που όσοι συνταξιούχοι δεν θα έχουν επαρκείς συνεισφορές, να μπορούν να τύχουν κοινωνικής παροχής για συμπλήρωση των υπολοιπόμενων συνεισφορών για διασφάλιση της κατώτατης σύνταξης.
Ως εκ των πιο πάνω, εξάγεται αβίαστα το συμπέρασμα πως, η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, θα πρέπει να διασφαλίζει την προώθηση και επιτυχή εφαρμογή της κοινωνικής ισότητας και συνοχής, υιοθετώντας και εφαρμόζοντας τους κοινωνικούς στόχους και τη φιλοσοφία που εκφράζεται μέσα και από τον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων.
Αδιαμφισβήτητα, η προοπτική που δημιουργείται, μέσα από την αξιοποίηση του Μηχανισμού αναθεώρησης του Εθνικού Κατώτατου Μισθού και την εδραίωση της οριζόντιας κάλυψης των εργαζομένων μέσα από τις πρόνοιες των συλλογικών συμβάσεων, μπορούν να δημιουργήσουν τις ικανές και αναγκαίες συνθήκες για συνολική ρύθμιση του συνταξιοδοτικού.
Η περαιτέρω ενίσχυση των συντάξεων
Στο ίδιο πλαίσιο, γίνεται κατανοητό πως, η περαιτέρω ενίσχυση των συντάξεων μπορεί επίσης να επιτευχθεί και μέσα από την αύξηση των μισθών, στη βάση της αξιοπρεπούς και ποιοτικής απασχόλησης, σε συνάρτηση όπως έχει ήδη σημειωθεί και με τη βελτίωση του κατώτατου μισθού, δημιουργώντας τη δυνατότητα, αλλά και την υποχρέωση, καταβολής υψηλότερων εισφορών στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την παροχή αντίστοιχα υψηλότερων συνταξιοδοτικών παροχών.
Σε αντίστοιχη θεώρηση των πραγμάτων, είναι εξίσου σημαντική η πάταξη της αδήλωτης και της υποδηλωμένης εργασίας που επηρεάζουν άμεσα τις εισφορές προς το ταμείο, σε συνάρτηση και με τη δημιουργία ανάλογης ευαισθητοποίησης και κουλτούρας σε σχέση με την ανάγκη αναβάθμισης της συνταξιοδοτικής προοπτικής.
Επιπρόσθετα, στο πλαίσιο του μεταρρυθμιστικού σχεδιασμού, θα πρέπει να εκπονηθεί και συγκεκριμένος οδικός χάρτης για τη διευθέτηση της διαχρονικής οφειλής του κράτους προς το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία πλησίασε τα εννέα δισεκατομμύρια ευρώ, αξιοποιώντας αυτό το στοιχείο στη βάση του ανταποδοτικού οφέλους προς τους δικαιούχους.
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί πως, η συζήτηση για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, θα πρέπει να συμπεριλάβει και τη διαχείριση της αναλογιστικής αναπροσαρμογής του 12%, με τρόπο που δεν θα αλλοιώνεται η απόφαση για συνταξιοδότηση στο 65ο έτος δημιουργώντας διακρίσεις και αδικίες ανάμεσα στους δικαιούχους. Την ίδια στιγμή όμως, μπορούν να προκύψουν ρυθμίσεις, με τη ΣΕΚ να είναι έτοιμη να καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση, στη βάση των οποίων η αναπροσαρμογή αυτή να μην έχει ισοπεδωτική χρονική εφαρμογή και να ρυθμίζει το θέμα συνολικά και για όλους τους επηρεαζόμενους. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι σημαντική η αξιολόγηση καλών πρακτικών που έχουν εφαρμοστεί σε άλλα κράτη μέλη.
Στο ίδιο πλαίσιο, επιβάλλεται η άμεση ψήφιση του νομοσχεδίου που αφορά τη δυνατότητα πρόσβασης σε επίδομα ανεργίας σε όσους επιλέγουν να συνεχίσουν να εργάζονται από το 63ο μέχρι το 65ο έτος, αίροντας μια κατάφωρη αδικία που επηρεάζει αυτή την ηλικιακή ομάδα των εργαζομένων.
Δεν πρέπει οι λύσεις να είναι αποσπασματικές
Η ΣΕΚ θεωρεί πως η αποσπασματική και μονοδιάστατη προσέγγιση του θέματος και ο διαχωρισμός του από τη συζήτηση που αφορά το σύνολο της μεταρρύθμισης θα δημιουργήσει επηρεαζόμενους διαφορετικών ταχυτήτων, θυματοποιώντας ενδεχομένως συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού, που παρουσιάζουν τα δικά τους κοινωνικά χαρακτηριστικά, όπως είναι για παράδειγμα αυτοί που έχουν βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας, σε μεγάλη ηλικία, κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και αναγκάστηκαν να λάβουν τη σύνταξη στο 63ο ως λύση βιοποριστικής ανάγκης και βέβαια, οι τραυματίες πολέμου, που παρουσιάζουν τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Σίγουρα, οι κοινωνικοί εταίροι στην Κύπρο έχουν αποδείξει στην πράξη πως έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιούν το θεσμικό πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου και της τριμερούς συνεργασίας και να συνθέτουν απόψεις, καταλήγοντας σε συναινετικά αποδεκτές αποφάσεις, προς όφελος των εργαζομένων, της επιχειρηματικότητας, του συνόλου της κοινωνίας και βέβαια της ίδιας της οικονομίας.
Η αξιοποίηση της δυνατότητας που υπάρχει για μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, ενισχύοντας τη δομή του κράτους δικαίου στη βάση και της κοινωνικής του διάστασης, θα επιβεβαιώσει την ικανότητα αποτύπωσης της φιλοσοφίας του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων στην πράξη.
Αδιαμφισβήτητη και εξίσου σημαντική είναι και η ανάδειξη του γεγονότος πως, η διασφάλιση και κατοχύρωση επαρκών συνταξιοδοτικών ωφελημάτων συνδράμει στη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων σε επιχειρησιακό επίπεδο, αυξάνοντας παράλληλα την παραγωγικότητα, με τελικό αποδέκτη την ίδια την κοινωνικοοικονομική δραστηριότητα, μειώνοντας τα επίπεδα φτώχειας και συνδράμοντας στην επίτευξη του στόχου της κοινωνικής συνοχής.
Αναντίλεκτα προέχει η συνολική μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, με κοινωνικό πρόσημο και ορίζοντα επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων, όπως ακριβώς συνολική και όχι αποσπασματική θα πρέπει να είναι και η μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος με πράσινο πρόσημο, θέμα που θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης στη Συμβουλευτική Οικονομική Επιτροπή, εντός του τρέχοντος έτους, στο πλαίσιο και των πολιτικών που συνθέτουν το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
*Γενικού γραμματέα ΣΕΚ
Διαβάστε επίσης: Ο εκσυγχρονισμός του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι αναγκαίος