Η ξαφνική απόφαση του Γιούργκεν Κλοπ να διακόψει το προσεχές καλοκαίρι -μετά από 9 χρόνια- την επιτυχημένη θητεία του στον πάγκο της Λίβερπουλ, μιας από τις πιο δημοφιλείς ομάδες, προκάλεσε σοκ όχι μόνο στους φιλάθλους της, αλλά και γενικότερα στην ποδοσφαιρική αγορά.
Τα πώς και τα γιατί σε αμιγώς αγωνιστικό επίπεδο, ή σε αυτό των σχέσεων και των ορίων που ο ίδιος ο Γερμανός κόουτς έχει θέσει στο εαυτό του, αφορούν τα εσωτερικά ζητήματα του βρετανικού συλλόγου.
Η ανάδειξη όμως εκ παραλλήλου ορισμένων οικονομικών πτυχών της πολυετούς παρουσίας (από τον Οκτώβριο του 2015) ενός εκ των κορυφαίων τεχνικών του κόσμου στη Λίβερπουλ από αναλυτές παρουσιάζει το δικό της ενδιαφέρον. Και ίσως «δείχνει» τις αληθινές αιτίες που προκάλεσαν αυτό το σκληρό «αντίο»…
Πέρα από το γεγονός ότι η Λίβερπουλ «εκτόξευσε» την αξία της και την εικόνα της μέσα στο γήπεδο, ο 56χρονος Κλοπ διεκδικεί κατά τα φαινόμενα τον τίτλο ενός «value for money προπονητή», τουλάχιστον απέναντι στον μεγαλύτερο ανταγωνιστή του: τον Ισπανό Πεπ Γκουαρντιόλα, ο οποίος ανέλαβε την πρωταθλήτρια της Premier League και κάτοχο του Champions League, Μάντσεστερ Σίτι, λίγο αργότερα, το καλοκαίρι του 2016.
Από την σύγκριση που (διόλου τυχαία) κάνει μεταξύ Κλοπ και Γκουαρντιόλα το Football Benchmark προκύπτει ότι επί των ημερών του, η Λίβερπουλ ξόδεψε 928 εκατ. ευρώ για μεταγραφές, ενώ κέρδισε 584 εκατομμύρια ευρώ από πωλήσεις παικτών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένα συνολικό έλλειμμα μεταγραφικού κόστους -344 εκατ. ευρώ την «εποχή του Κλοπ».
Αντίθετα, με διαφορά μερικών μόνο μηνών, ο βασικός αντίπαλος της Λίβερπουλ τα τελευταία χρόνια, η Μάντσεστερ Σίτι του Πεπ Γκουαρδιόλα, δαπάνησε 1,505 δισ. ευρώ σε μεταγραφικά έξοδα και ανέκτησε 694 εκατ. ευρώ μέσω αποχωρήσεων παικτών, με συνολικό έλλειμμα μεταγραφικού κόστους -811 εκατ. ευρώ.
Με λίγα λόγια, ο Άραβας κροίσος ιδιοκτήτης της Σίτι, σεΐχης Μανσούρ μπιν Ζαγιέντ Αλ Ναχιάν από το Άμπου Ντάμπι έριξε στα πόδια του Γκουαρντιόλα σχεδόν μισό δισ. ευρώ (για την απόλυτη ακρίβεια 467 εκατ. ευρώ) περισσότερα για μεταγραφές στο διάστημα της κυριαρχίας της ομάδας του Μάντσεστερ στο αγγλικό πρωτάθλημα, σε σχέση με όσα πλήρωσε ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος επενδυτής της Fenway Sports Group Τζον Χένρι για χάρη του Κλοπ.
Αν δεν υπολογιστούν οι πωλήσεις ποδοσφαιριστών, το κόστος των μεταγραφών της Σίτι γίνεται μεγαλύτερο από αυτό της Λίβερπουλ κατά 577 εκατ. ευρώ!
Ένας «πόλεμος» δισεκατομμυρίων με νικητή τον Ισπανό προπονητή και… αδικημένο (όχι ηττημένο) τον Γερμανό συνάδελφό του. Αρκετοί άλλωστε πίστεψαν ότι αυτό που κούρασε τον Κλοπ είναι ότι καλείται να πετύχει όσα ο Γκουαρντιόλα με πολύ χαμηλότερο budget, αν και ο ίδιος απάντησε σε σχετική ερώτηση που δέχθηκε πρόσφατα από ξένους δημοσιογράφος πώς «τίποτα από όλα αυτά δεν ισχύει».
Κάποιοι δεν διστάζουν να μιλήσουν, με μια δόση υπερβολής, για μια άνιση μάχη η οποία δίνεται από τη μια πλευρά με «υπερόπλα» και από την άλλη με «ξύλινα σπαθιά».
Πηγές με γνώση των θεμάτων του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου επιβεβαιώνουν τη συγκεκριμένη οπτική της υπόθεσης:
Ξεκάθαρα, κατ’ αυτές, η διοίκηση της Λίβερπουλ δεν δίνει στον Κλοπ τα χρήματα που ζητάει για την μεταγραφική ενίσχυση της ομάδας του, παρά τις ενοχλήσεις του προς τους Αμερικανούς εργοδότες του και έτσι διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να κοντράρει στα ίσια την Σίτι στο ακριβότερο και εμπορικότερο πρωτάθλημα της υφηλίου, της Premier League, με Total Market Value για τις 20 ομάδες της 10,91 δισ. ευρώ (Πηγή: Transfermarkt) και ετήσια έσοδα ύψους 6,43 δισ. ευρώ την σεζόν 2021-22 (+12%), σύμφωνα με την Deloitte.
Η άλλη εκδοχή είναι ότι όντως το… εννοεί ο Γερμανός όταν λέει «έχω ξεμείνει από ενέργεια και θέλω να ζήσω τη ζωή μου…», δεν σκοπεύει δηλαδή να δουλέψει πουθενά τη νέα περίοδο και θα αποσυρθεί στον δικό του επίγειο παράδεισο με την οικογένειά του, στην όμορφη Μαγιόρκα: στη βίλα που αγόρασε από τον Ελβετό ζωγράφο Ρόμπερτ Κνι στη Σάντα Πόνσα.
Οι «χρυσές» business
Σε καμία περίπτωση φυσικά δεν χαρακτηρίζεται ως αποτυχημένος ένας προπονητής ο οποίος οδήγησε μετά από χρόνια την ομάδα του στην κατάκτηση του πρωταθλήματος (2020) και του Champions League (2019), σε ένα σύνολο 7 τίτλων, όπως ο Κλοπ μια Λίβερπουλ που έφτασε κι άλλες φορές μαζί του στην πηγή χωρίς να πιει νερό.
Πριν από τον Γερμανό, οι «reds» είχαν κατακτήσει τον τίτλο της Premier League για τελευταία φορά τη σεζόν 1989-90 και το ευρωπαϊκό τρόπαιο το 2004-05.
«Ενώ ο Κλοπ αναμφισβήτητα συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της ομάδας στο γήπεδο, η Λίβερπουλ πραγματοποίησε επίσης αξιοσημείωτα βήματα στον οικονομικό και επιχειρηματικό τομέα κατά τη διάρκεια της εποχής του», σημειώνει ακόμα το Football Benchmark.
Ο δισεκατομμυριούχος Τζον Χένρι απέκτησε το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών της Λίβερπουλ το 2010 αντί 345 εκατ. ευρώ.
Την πρώτη χρονιά του Κλοπ η αξία του ρόστερ της ανερχόταν στα 375 εκατ. ευρώ και σήμερα έχει περίπου τριπλασιαστεί, στα 1,014 δισ. ευρώ, με βάση τα στοιχεία του Ιανουαρίου 2024.
Έτσι, η σημερινή Λίβερπουλ ανήκει στο «κλαμπ του δισεκατομμυρίου», ως η 7η πιο πολύτιμη ομάδα στον πλανήτη, πίσω από τις Μάντσεστερ Σίτι, Άρσεναλ, Παρί Σεν Ζερμέν, Ρεάλ Μαδρίτης, Τσέλσι και Μπάγερν Μονάχου.
Η δε αποτίμηση του συλλόγου (Enterprise Value) εκτινάχθηκε από 1,273 δισ. ευρώ το 2016, σε 3,9 δισ. ευρώ το 2023.
Η Fenway Sports Group επένδυσε πιο πολύ στις «χρυσές» business του ποδοσφαίρου μετά την εξαγορά της Λίβερπουλ σε υποδομές όπως η επέκταση της κεντρικής κερκίδας στο Anfield Stadium, η κατασκευή ενός νέου καταστήματος 1.800 τ.μ., η δημιουργία «fan zone» με νέα σημεία εστίασης και ψυχαγωγίας κ.λπ.
Χάρη σε αυτές τις επενδύσεις, τις αθλητικές επιτυχίες και τις προσοδοφόρες εμπορικές συμφωνίες, τα έσοδα της Λίβερπουλ αυξήθηκαν σημαντικά κατά την περίοδο της συνεργασίας της με τον Κλοπ.
Ο εμπορικός της τζίρος διπλασιάστηκε μεταξύ 2015/16 και 2021/22 και αναμένεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται, κυρίως λόγω 3 τριών νέων συμφωνιών που ξεκίνησαν το 2023: Τα 57,50 εκατ. ευρώ του βασικού χορηγού φανέλας της Standard Chartered ανά σεζόν, το deal με την AXA αξίας 27,80 ευρώ εκατ. ευρώ και την Expedia έναντι 17,20 εκατ. ευρώ για το αντίστοιχο logo στο μανίκι.
Η πλήρης οικονομική εικόνα της 9ετίας του Κλοπ θα γίνει σαφής μετά την δημοσίευση των επίσημων καταστάσεων για τις χρήσεις 2022/23 και 2023/24, αλλά ήδη τα 80 εκατ. ευρώ των αθροιστικών καθαρών κερδών, παρότι υπήρξαν και ζημιογόνες χρήσεις, κρίνονται ικανοποιητικά.
Το 2022 η Λίβερπουλ έφτασε σε έσοδα 702 εκατ. ευρώ, από 403 εκατ. ευρώ στο ξεκίνημα του Κλοπ, όπως καταγράφει η έρευνα του Football Benchmark. (H Deloitte «έδωσε» 826 εκατ. ευρώ τζίρο για την Σίτι το 2022-23 και πτώση στα 683 εκατ. ευρώ για τους «reds).
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: «Χρυσή δεκαετία» βλέπουν οι επενδυτές, που δίνουν φέτος 40 δισ. στην Ελλάδα