Ποια η διαφορά μεταξύ των αγορών ηλεκτρισμού και άλλων προϊόντων;

Η ανάπτυξη των αγορών ηλεκτρισμού βασίζεται στην προϋπόθεση ότι η ηλεκτρική ενέργεια μπορεί να αντιμετωπιστεί ως προϊόν και ακολουθεί τις σχετικές θεωρίες περί καμπύλης ζήτησης και καμπύλης προσφοράς.

Δρ. Ανδρέας Πουλλικκάς,

Πρόεδρος Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου

Όμως, αν η ηλεκτρική ενέργεια ήταν ένα απλό προϊόν, οι κιλοβατώρες θα βρίσκονταν στα ράφια όπως τα μήλα και τα αχλάδια, έτοιμες για χρήση όταν ο καταναλωτής άναβε το φως ή κατά την έναρξη της βιομηχανικής παραγωγής. Για αυτό, η ανάλυση είναι κατά πολύ πιο πολύπλοκη αφού υπάρχουν, σημαντικές διαφορές μεταξύ της ηλεκτρικής ενέργειας και άλλων προϊόντων. Αυτές οι διαφορές έχουν βαθιά επίδραση στην οργάνωση και στους κανόνες των αγορών ηλεκτρισμού. 

Η πιο βασική διαφορά είναι ότι η ηλεκτρική ενέργεια συνδέεται περίπλοκα με ένα φυσικό σύστημα που λειτουργεί πολύ γρηγορότερα από οποιαδήποτε αγορά. Σ’ αυτό το φυσικό ηλεκτρικό σύστημα, η πρόσφορα και η ζήτηση, η παράγωγη και η κατανάλωση, πρέπει να ισορροπούν σε μία ανά δευτερόλεπτο βάση. Εάν η ισορροπία αυτή δεν διατηρείται, το ηλεκτρικό σύστημα καταρρέει με καταστροφικές συνέπειες. Μία τέτοια διακοπή είναι μη αποδεκτή καθώς όχι μόνο διακόπτει το σύστημα εμπορικών συναλλαγών αλλά και μία ολόκληρη περιοχή ή χώρα μπορούν να μείνουν χωρίς ηλεκτρισμό για πολλές ώρες.

Η επαναφορά ενός ηλεκτρικού συστήματος σε κανονική λειτουργία μετά από μία πλήρη κατάρρευση είναι πολύ σύνθετη διαδικασία και μπορεί να πάρει 24 ώρες ή και περισσότερο στις μεγάλες βιομηχανικές χώρες. Οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες μίας τέτοιας ευρείας διακοπής στη λειτουργία των ηλεκτρικών συστημάτων είναι τόσο έντονες που καμία λογική εθνική ρυθμιστική αρχή ενέργειας ή/και κυβέρνηση δεν θα συμφωνούσε με την εφαρμογή ενός απλουστευμένου μηχανισμού αγοράς ηλεκτρισμού που αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα ενός τέτοιου γεγονότος. 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η αξιοπιστία του ηλεκτρικού συστήματος έχει δύο πτυχές: (α) την επάρκεια, την ικανότητα δηλαδή του συστήματος να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των πελατών του τόσο σε ηλεκτρική ισχύ όσο και σε ηλεκτρική ενέργεια, και (β) την ασφάλεια, την ικανότητα δηλαδή του συστήματος να παραμένει σε λειτουργία μετά από ξαφνικές διαταραχές που μπορεί να συμβούν. Σήμερα, η αξιόπιστη προμήθεια συγκεκριμένων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας απαιτεί σε μεγάλο βαθμό μεγάλες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής συνδεδεμένες με τους καταναλωτές μέσω των δικτύων μεταφοράς και διανομής.

Μία εξίσου σημαντική αλλά λιγότερο θεμελιώδης διαφορά μεταξύ της αγοράς ηλεκτρισμού και άλλων προϊόντων είναι ότι η ενέργεια που παράγεται από μια γεννήτρια δεν μπορεί να κατευθυνθεί σ’ ένα συγκεκριμένο καταναλωτή. Αντίστροφα, ένας καταναλωτής δεν μπορεί να πάρει ενέργεια μόνο από μια γεννήτρια. Αντ’ αυτού, η ηλεκτρική ισχύς που παράγεται από όλες τις γεννήτριες συγκεντρώνεται στην πορεία της προς την κατανάλωση. Αυτή η συγκέντρωση είναι δυνατή επειδή οι μονάδες της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγονται από διαφορετικές γεννήτριες είναι όμοιες. Η συγκέντρωση είναι επιθυμητή επειδή οδηγεί σε σημαντικές οικονομίες κλίμακας. Η μέγιστη ικανότητα παραγωγής πρέπει να είναι ανάλογη με τη μέγιστη συνολική ζήτηση και όχι με το σύνολο των μέγιστων μεμονωμένων απαιτήσεων. Από την άλλη, μια διακοπή σ’ ένα σύστημα στο οποίο συγκεντρώνονται τα προϊόντα έχει επιπτώσεις παντού και όχι μόνο στα μέρη που συμμετέχουν στη συναλλαγή.

Δεδομένου ότι προς το παρόν δεν είναι οικονομικό να αποθηκεύουμε μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας, αυτή η ενέργεια πρέπει να παραχθεί περίπου την ίδια στιγμή που θα καταναλωθεί. Επομένως, το εμπόριο της ηλεκτρικής ενέργειας αναφέρεται πάντα σε μία ορισμένη ποσότητα κιλοβατωρών που πωλούνται κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Η διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου ορίζεται τυπικά σε μία ώρα, μισή ώρα, ή ένα τέταρτο της ώρας ανάλογα με τη χώρα ή την περιοχή οπού βρίσκεται η αγορά. Δεδομένου ότι η ηλεκτρική ενέργεια που πωλείται κατά τη διάρκεια μίας περιόδου δεν είναι το ίδιο προϊόν με την ηλεκτρική ενέργεια που πωλείται κατά τη διάρκεια μίας άλλης, η τιμή θα είναι συνήθως διαφορετική για κάθε περίοδο.

Τέλος, η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια απεικονίζει τις προβλέψιμες ημερήσιες και εβδομαδιαίες κυκλικές μεταβολές. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι το μόνο προϊόν για το οποίο η ζήτηση είναι κυκλική. Για παράδειγμα, η κατανάλωση καφέ παρουσιάζει δυο ή τρεις αιχμές κάθε μέρα, διαχωρισμένες σε περιόδους χαμηλότερης ζήτησης. Το εμπόριο καφέ δεν απαιτεί ειδικούς μηχανισμούς, επειδή οι καταναλωτές μπορούν εύκολα να τον αποθηκεύσουν σε στέρεα ή υγρή μορφή. Από την άλλη, η ηλεκτρική ενέργεια πρέπει να παράγεται την ίδια στιγμή που καταναλώνεται.

Εφόσον η βραχυπρόθεσμη ελαστικότητα τιμών ζήτησης είναι εξαιρετικά μικρή, η εξισορρόπηση μεταξύ παραγωγής και ζήτησης απαιτεί εγκαταστάσεις παραγωγής που θα είναι ικανές να προσαρμόζονται στις μεγάλες και γρήγορες αλλαγές στην κατανάλωση, οι οποίες συμβαίνουν κατά τη διάρκεια μίας ημέρας. Δεν θα παράγουν όλες οι μονάδες κατά τη διάρκεια ενός 24ώρου. Όταν η ζήτηση είναι χαμηλή, μόνο οι αποδοτικότερες μονάδες είναι πιθανό να είναι ανταγωνιστικές και όλες οι άλλες θα τεθούν εκτός λειτουργίας προσωρινά.

Οι λιγότερο αποδοτικές μονάδες απαιτούνται μόνο για να τροφοδοτούν κατά την αιχμή ζήτησης. Καθώς το μίγμα των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής αλλάζει με την αυξομείωση της κατανάλωσης, το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μεταβάλλεται στην πορεία της ημέρας. Τέτοιες απότομες κυκλικές μεταβολές στο κόστος και την τιμή άλλων προϊόντων είναι πολύ ασυνήθιστες.

Εν κατακλείδι, έχοντας υπόψη την πιο πάνω πολυπλοκότητα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας καθώς επίσης και τη θεμιτή αξιοπιστία ενός ηλεκτρικού συστήματος για απρόσκοπτη παροχή προς τους καταναλωτές όσο και να θέλουμε να απλουστεύσουμε τους κανόνες αγοράς που διέπουν την αγορά ηλεκτρισμού το αποτέλεσμα θα είναι πάντα πολύπλοκο!

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ