"Όταν η Γαλλία και η Γερμανία προχωρούν, όλη η Ευρώπη προχωρά. Όταν σταματούν, κι αυτή σταματάει" έλεγε ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Ζακ Σιράκ πριν 25 χρόνια περιγράφοντας την κινητήρια δύναμη του γαλλογερμανικού άξονα για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σήμερα όμως ο γαλλογερμανικός άξονας που από την ίδρυση του μπλοκ, έχει τροφοδοτήσει τόσο μεγάλο μέρος του μεταπολεμικού ευρωπαϊκού εγχειρήματος, παραπαίει, αν δεν έχει πλήρως πεθάνει.
Πολιτικό κενό στη Γαλλία
Ο Εμανουέλ Μακρόν διόρισε την Παρασκευή νέο πρωθυπουργό, τον πιστό του κεντρώο σύμμαχό του Φρανσουά Μπαϊρού, ο οποίος γίνεται ο τέταρτος πρωθυπουργός της Γαλλίας φέτος. Ο Φ. Μπαϊρού είναι τώρα επιφορτισμένος με το τιτάνιο έργο της προσπάθειας για συγκρότηση μιας σταθερής κυβέρνησης μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ, της πιο βραχύβιας στην ιστορία της χώρας από το 1958.
Εν τω μεταξύ, το δημόσιο έλλειμμα στη Γαλλία αναμένεται να ξεπεράσει το 6,1% του ΑΕΠ φέτος, υπερδιπλάσιο από το όριο της ευρωζώνης. Το δημόσιο χρέος είναι στο 110% του ΑΕΠ και αυξάνεται και οι αγορές ομολόγων ζητούν από τη χώρα υψηλότερα premium κινδύνου συγκριτικά με την Ελλάδα.
Πολιτικό κενό στη Γερμανία
Στη Γερμανία, πάλι, ο κεντροαριστερός συνασπισμός που είχε την εξουσία τα τελευταία τρία χρόνια, κατέρρευσε τον Νοέμβριο κάτω από το βάρος των δικών του ιδεολογικών αντιφάσεων και την πίεση πολλαπλών κρίσεων που προκλήθηκαν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Όποιος γίνει καγκελάριος μετά τις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου θα πρέπει να δε τι θα κάνει με τις κακές επιδόσεις της γερμανικής οικονομίας που πλήττεται από το υψηλό κόστος ενέργειας και εργασίας, τη γραφειοκρατία και τις καταρρέουσες υποδομές.
Συν τοις άλλοις, η επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας που αποτελεί βασικό εμπορικό εταίρο έπληξε τις γερμανικές εξαγωγές, που αποτελούν από παλιά μοχλό ανάπτυξης της γερμανικής οικονομίας ενώ η πολύ σημαντική γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία άργησε να αναπτύξει ελκυστικά ηλεκτρικά οχήματα (EV) και τώρα αντιμετωπίζει την απειλή των αμερικανικών δασμών του Τραμπ.
Με τη Γαλλία να μην μπορεί να διεξαγάγει νέες βουλευτικές εκλογές μέχρι τον Ιούλιο και τη Γερμανία πιθανότατα χωρίς νέα κυβέρνηση μέχρι τον Ιούνιο, η πολιτική αδυναμία στην κορυφή των δύο χωρών με τη μεγαλύτερη επιρροή στην Ευρώπη αναπόφευκτα θα δυσκολέψει τη λήψη αποφάσεων στην ΕΕ.
Κίνδυνος ύφεσης στην Ευρωζώνη
Το Παρίσι και το Βερολίνο θεωρούνται ο βασικός άξονας ισχύος της ΕΕ, που οδηγεί την ευρωπαϊκή πολιτική και ατζέντας. Καθώς και οι δύο πρωτεύουσες δεν μπορούν να λάβουν μεγάλες πολιτικές αποφάσεις λόγω έλλειψης ισχυρών κυβερνήσεων, το μπλοκ μπορεί να παραμείνει μήνες βυθισμένο στον πολιτικό βούρκο.
Τα παράλληλα οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα των δύο δυνάμεων θα βαρύνουν επίσης την ΕΕ. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του μπλοκ – που αντιπροσωπεύουν το 41% του συνολικού ΑΕΠ της ΕΕ – θα συρρικνωθούν το 2025, επιβαρύνοντας ανάλογα τις οικονομίες της Ευρώπης.
Με δυο λόγια η συγκυρία δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη για την Ευρώπη που αντιμετωπίζει τις απειλές περί δασμών του Ντ. Τραμπ, τη στιγμή που η γερμανική βιομηχανία είναι σε κρίση.
Το πώς οι χώρες κατέληξαν στην κρίση είναι λίγο ως πολύ γνωστό. Ωστόσο, δεν είναι εύκολο να φανταστεί κανείς πώς η Γαλλία και η Γερμανία θα μπορέσουν να βγουν από το τρέχον αδιέξοδο.
Όταν η γερμανική κυβέρνηση κατέρρευσε τον περασμένο μήνα, οι πολιτικοί παρατηρητές δεν εξεπλάγησαν από την κατάρρευσή της αλλά από τη παρατεταμένη αντοχή της.
Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς απέπεμψε τον υπουργό Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, στις 6 Νοεμβρίου, μετά από μήνες διαφωνίας σχετικά με το φρένο χρέους και τον Κρατικό Προϋπολογισμό το 2025, κινώντας μια αλυσίδα γεγονότων που οι αισιόδοξοι λένε ότι δίνουν στη χώρα μια ζωτική ευκαιρία για ανανέωση.
"Τολμάμε να επενδύσουμε δυναμικά στο μέλλον μας ως ισχυρή χώρα; Θα εξασφαλίσουμε θέσεις εργασίας και θα εκσυγχρονίσουμε τον κλάδο μας; Διασφαλίζουμε σταθερές συντάξεις, αξιόπιστη υγειονομική περίθαλψη και καλή νοσηλευτική περίθαλψη;", δήλωσε γενναία ο Σολτς την περασμένη Τετάρτη.
Όμως με την αποπομπή του Λίντνερ, η Γερμανία έχει πλέον κυβέρνηση μειοψηφίας, αποτελούμενη από τους Σοσιαλδημοκρατες (SPD) του Σολτς και τους οικολόγους Πράσινους.
Η Γερμανία οδεύει σε εκλογές
Τη Δευτέρα, ο Scholz, με τη δημοφιλία του σε νέα ιστορικά χαμηλά, θα δώσει στη Βουλή τη μάχη που ίδιος ζήτησε για ψήφο εμπιστοσύνης. Αν τη χάσει, όπως είναι το πιθανότερο, ο πρόεδρος Στάινμάγιερ θα διαλύσει το κοινοβούλιο και η Γερμανία θα εισέλθει σε προεκλογική περίοδο.
Βάσει πρόσφατης δημοσκόπησης στις εκλογές αυτές την πρώτη θέση θα πάρει το κεντροδεξιό CDU/CSU με 31%, ακολουθούμενο από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 18%, το SPD του Σολτς, με 17% και τους Πράσινους με 13%. Το FDP και η νέα αριστερή συντηρητική Συμμαχία Σάρα Βάγκενεχτ βρίσκονται ακριβώς το όριο του 5% που θέτει το γερμανικό εκλογικό σύστημα για να έχει ένα κόμμα κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.
Το έξυπνο χρήμα ποντάρει επομένως ότι ο επόμενος ηγέτης της Γερμανίας θα είναι ο Φρίντριχ Μερτς, ένας μακροχρόνιος αντίπαλος της πιο μετριοπαθούς συναδέλφου του Χριστιανοδημοκράτη Άνγκελα Μέρκελ.
Ο Μερτς χρησιμοποίησε τον χρόνο της αναμονής του για να δημιουργήσει μια μικρή περιουσία στις επιχειρήσεις, κυρίως στη γερμανική μονάδα της πολυεθνικής επενδυτικής εταιρείας BlackRock. Έχει υποσχεθεί να βγάλει τη Γερμανία από μια βαθιά οικονομική ύφεση, ενώ θα ακολουθήσει μια πιο σκληρή γραμμή για την άμυνα, τη Ρωσία και τη μετανάστευση.
Το πρόβλημα είναι στο γερμανικό αναπτυξιακό μοντέλο
Αλλά επειδή η κεντροδεξιά συμμαχία CDU/CSU του Μερτς έχει λίγες πιθανότητες να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία, η επιλογή του εταίρου του συνασπισμού αναπόφευκτα θα αποδυναμώσει τα σχέδιά του για ριζικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, δεδομένου άλλωστε ότι όλα τα μεγάλα κόμματα απέκλεισαν το ενδεχόμενο συνεργασίας με την ακροδεξιά.
"Το τρέχον οικονομικό μοντέλο της Γερμανίας, στο οποίο κεντρικό ρόλο έχει η προμήθεια φθηνών ορυκτών καυσίμων και η παραγωγή αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης, φαίνεται ξεπερασμένο – αλλά οι πολιτικοί σπάνια τολμούν να το πουν αυτό ανοιχτά", δήλωσε ο Κάι Αρτσχάιμερ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Μάιντς. "Δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει πραγματική νέα αρχή για τη Γερμανία στο εγγύς μέλλον".
Το γαλλικό αδιέξοδο
Αλλά στη Γαλλία υπάρχει αδιέξοδο. Τα τρέχοντα πολιτικά προβλήματα της Γαλλίας –που διέρχεται τη χειρότερη περίοδο πολιτικής αστάθειας από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο– προκύπτουν σε μεγάλο βαθμό από την απόφαση του Μακρόν να διαλύσει το κοινοβούλιο μετά τη βαριά ήττα των κόμματός του από την ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση (RN) της Μαρίν Λεπέν στις ευρωεκλογές της περασμένης άνοιξης.
Στις βουλευτικές εκλογές, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP), ένας συνασπισμός αριστερών κομμάτων που ξεκινούν από το κυρίαρχο Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS) και φτάνουν έως το ριζοσπαστικό αριστερό France Unbowed (LFI), με επικεφαλής τον μαχητικό ριζοσπάτη Ζαν Λικ Μελανσόν, κέρδισε τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών.
Η συμμαχία του Μακρόν βρέθηκε στη δεύτερη θέση και η Εθνική Συσπείρωση (αν και τερμάτισε ως το μεγαλύτερο ενιαίο κόμμα) κατέλαβε την τρίτη θέση. Το Κοινοβούλιο χωρίστηκε σε τρία περίπου ίσα και αντίπαλα μπλοκ – ευρεία αριστερά, κέντρο και δεξιά/ακροδεξιά – κανένα από τα οποία δεν έχει κάτι που να μοιάζει με κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Μετά από εβδομάδες διχασμού και άρνησης να διορίσει πρωθυπουργό από την αριστερά, ο Μακρόν επέλεξε για πρωθυπουργό τον Μισέλ Μπαρνιέ, παλιό συντηρητικό και επικεφαλής διαπραγματευτή της ΕΕ για το Brexit, ο οποίος υποστηρίχθηκε από μια εύθραυστη μειοψηφική συμμαχία κεντρώων και κεντροδεξιών βουλευτών.
Προϋπολογισμός λιτότητας
Αλλά το Δεκέμβριο η ακροδεξιά ένωσε τις δυνάμεις της με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο για να ανατρέψει την κυβέρνηση Μπαρνιέ σε ψηφοφορία μομφής για τον προϋπολογισμό του 2025, ο οποίος περιλάμβανε περίπου 20 δισ. ευρώ φορολογικές αυξήσεις και 40 δισ. ευρώ περικοπές δημοσίων δαπανών.
Ο Μπαϊρού, ο αντικαταστάτης του Μπαρνιέ, πρέπει να προσπαθήσει να οικοδομήσει μια πιο σταθερή κυβερνητική πλειοψηφία, πιθανώς εμπλέκοντας σε αυτήν την κεντροαριστερά – ή τουλάχιστον εξασφαλίζοντας ένα "σύμφωνο μη επίθεσης" ώστε να μη βρεθεί έκθετος σε μια νέα πρόταση μομφής.
Η κοινοβουλευτική αριθμητική πάντως παραμένει η ίδια. Ο Μακρόν "φαίνεται ότι ετοιμάζεται να οικοδομήσει ένα πιο σταθερό κυβερνητικό σύμφωνο με τους Συντηρητικούς, τους Σοσιαλιστές, τους Κομμουνιστές και τους Πράσινους", οι οποίοι "μοιάζουν έτοιμοι να κάνουν συμβιβασμούς και να αποφύγουν μια άλλη κυβέρνηση στο έλεος του RN", είπε ο Ριμ Μομτάζ από το θινκ τανκ Carnegie Europe.
"Αλλά αυτή μια προσωρινή λύση. Ο Μακρόν ουσιαστικά δεν έχει λύση για το πώς θα αντιστρέψει το κύμα δημοτικότητας που απολαμβάνει η Λεπέν από το 2017 και να υπονομεύσει τις σημαντικές πιθανότητες της να εκλεγεί πρόεδρος το 2027".
Εν τω μεταξύ, τίποτα θετικό δεν προμηνύεται για τα δημοσιονομικά προβλήματα της Γαλλίας, αφού το έναυσμα για την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ ήταν ένας προϋπολογισμός λιτότητας με στόχο τον περιορισμό του δημόσιου ελλείμματος της Γαλλίας.
Τουλάχιστον, ωστόσο, η Γαλλία φαίνεται ότι "πήρε το δίδαγμα" ότι χρειάζεται "μια αξιόπιστη, αργή, δημοσιονομική σύσφιξη", δήλωσε ο οικονομολόγος Τζον Σπρίνγκφορντ του Κέντρου για την Ευρωπαϊκή Μεταρρύθμιση. Η Γερμανία, η οποία χρειάζεται φορολογικές μεταρρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και δημόσιες επενδύσεις για να αυξήσει τις δαπάνες της, δεν έχει κάνει ακόμη το κρίσιμο βήμα, πρόσθεσε.
Πηγή: Capital.gr